Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Νεκροτομη.

Υπάρχει ομορφιά σε μια νεκροτομή;

«Υπάρχει ομορφιά και στα πιο άσχημα πράγματα, όπως και ασχήμια στα πιο όμορφα. Πάρτε για παράδειγμα μια κοπέλα σαν την Ελίζ του "Τετραγώνου", μονάχα σκεφθείτε την ηλίθια. Τί πιο άσχημο θα μπορούσε να υπάρξει; Από εκεί και πέρα, για να μην θεωρηθώ ως διεστραμμένος με νεκροφιλικές κλίσεις, θα ήθελα να αναφέρω ότι έχω ασχοληθεί επισταμένως με τις νεκροτομές μέσα από τα έτη της φοίτησής μου στην Ιατρική, καθώς κι από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έχω για τον κλάδο της Ιατροδικαστικής, κι έτσι μπορώ να αναφέρω με ειλικρίνεια τα εξής: Η νεκροτομή είναι μια ιατρική πράξη, απαραίτητη μεν στο λειτούργημα του ιατροδικαστού, αλλά μολαταύτα σιχαμένη, αιματηρή και βρωμερή όσο λίγα πράγματα στον κόσμο. Ωστόσο, αν ο ιατροδικαστής και νεκροτόμος είναι κάποιος σαν τον Μπερνάρ και το κοινό περιορίζεται σε μια κοπέλα σαν την Ελίζ, σας διαβεβαιώ ότι μπορεί να γίνει πολύ γοητευτική».


Μπορείτε να μας περιγράψετε ένα 24ωρό σας;

«Ένα εικοσιτετράωρο του χειμώνα, κατά προτίμηση, γιατί το καλοκαίρι το απεχθάνομαι, καθώς με αποδιοργανώνει πλήρως. Ένα τυπικό χειμωνιάτικο πρωί λοιπόν, ξυπνώ μετά από τρεις με τέσσερις ώρες ύπνου, πηγαίνω στο πανεπιστήμιο ή σε κάποιο πανεπιστημιακό νοσοκομείο για να παρακολουθήσω τα μαθήματά μου, γυρνώ το μεσημέρι, τρώγω μέχρι σκασμού, κάθομαι μπροστά στην τηλεόραση, κι εκεί περνώ σχεδόν όλο το απόγευμά μου, βλέποντας όσο γίνεται πιο άθλια κι ελεεινά προγράμματα. Ενδεχομένως να διακόπτω κάποια στιγμή για μια-δυό ώρες συγγραφής στον υπολογιστή, ή για να μελετήσω -αυτό το τελευταίο εντελώς σπανιότατα. Όταν έρχεται το βράδυ, σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση που θέλει το βραδινό γεύμα ελαφρύ έως ανύπαρκτο, εγώ ξανατρώγω του σκασμού και κάθομαι για άλλον ένα γύρο κακής τηλεθέασης. Γύρω στις δώδεκα με μία σηκώνομαι απ' τον καναπέ, πηγαίνω στον υπολογιστή και γράφω έως τις τέσσερις περίπου το πρωί. Θα μπορούσατε λοιπόν να πείτε ότι η λογοτεχνία που παράγω έχει ως αφορμή είτε τη φοίτηση της Ιατρικής, είτε το φαγητό, είτε -ακόμη χειρότερα- την κακή τηλεόραση. Όμως εδώ χρειάζεται προσοχή. Γιατί όλες αυτές τις είκοσι περίπου ώρες που είμαι ξύπνιος, δεν παύω στιγμή να σκέπτομαι το βιβλίο που γράφω εκείνον τον καιρό, ακριβώς όπως κάνω κι αυτήν τη στιγμή, καθώς απαντώ στις ερωτήσεις σας. Μάλιστα τώρα, όπως και τότε, νιώθω συχνά εκνευρισμό που δεν κάθομαι να γράψω επιτέλους όσα έχω σκεφτεί στη διάρκεια της ημέρας, αλλά κι από τον εκνευρισμό αυτό με γλυτώνει η οκνηρία μου. Στην πραγματικότητα, αν και παράγω τρεις με τέσσερις χιλιάδες λέξεις κειμένου την ημέρα (κάθε μέρα) δεν γράφω πάνω από δυό με τρεις ώρες. Αυτό σημαίνει πως μάλλον γράφω γρήγορα, ενίοτε και απρόσεχτα. Γι' αυτό θα κατηγορήσω τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και γενικά αυτή την καταραμένη κοινωνία του υλικού ευδαιμονισμού που μας έχει κάνει πλαδαρούς και τεμπέληδες. Αν ζούσε τώρα ο Μπαλζάκ, δεν θα παρήγαγε ούτε το εν τρίτο του έργου του, κι ας ζούσε μέχρι τα ογδόντα».


Ανήκετε στην κατηγορία των συγγραφέων που διαβάζουν πολύ;

«Μετά τον "Χαμένο Χρόνο" του Προυστ, που μου πήρε έναν ολόκληρο χρόνο εντατικού διαβάσματος, έκανα παύση ενός ακόμη χρόνου. Άλλωστε η ιατρική δεν μου αφήνει και πολύ ελεύθερο χρόνο, ούτε και το γράψιμο, ούτε κι η φυσική τεμπελιά. Ωστόσο εξακολουθώ να διαβάζω σχεδόν ένα με δύο βιβλία το μήνα, όχι πολύ μεγάλα, καθώς και πολλή ποίηση. Λατρεύω την ποίηση -τον Μπωντλαίρ, τον Έλιοτ, τον Καρυωτάκη και τον Εμπειρίκο (τα λέω όπως μου έρχονται), καθώς επίσης την Έμιλυ Ντίκινσον και τη Συλβια Πλαθ. Επίσης διαβάζω κι όσα θεωρητικά βιβλία μού πασάρει η γυναίκα μου. Πρόσφατα, με δική της παρότρυνση, ξαναδιάβασα το "Δεύτερο Φύλο", κι ομολογώ ότι ένιωσα άλλος άνθρωπος. Επίσης πρόσφατα τελείωσα και το "Είτε-Ή" του Κίρκεγκωρ, κι αισθάνθηκα πάλι άλλος άνθρωπος, όμως αυτή τη φορά επειδή δεν κατάλαβα τίποτε».


Πιστεύετε στο ταλέντο ή στην προσπάθεια;

«Το ταλέντο κανείς δεν μπορεί να το δει, να το κρίνει ή να το μετρήσει, ακόμη και μετά την έκφραση αυτού που υποτιθέμενα το διαθέτει. Η προσπάθεια όμως είναι ένα μέγεθος αντικειμενικό, κι απαιτείται πολλή από δαύτην αν θέλει κανείς να γράφει καλά. Ακόμη και για την έμπνευση, που όλοι την παρουσιάζουν ως φτερωτή θεά ή άλλες τέτοιες αηδίες, χρειάζεται προσπάθεια. Γι' αυτό και δεν πιστεύω στο "συγγραφικό μπλοκάρισμα", ούτε στους δυσκοίλιους ποιητές που βγάζουν δέκα σελίδες κάθε τρία χρόνια και περιμένουν να τους προσκυνήσει σύμπασα η υφήλιος. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να έχεις θεϊκό ταλέντο (βλέπε Ρεμπώ) κι αυτό είναι κάτι που, όπως προείπα, κανείς δεν μπορεί να προκρίνει. Είμαι οπαδός της ποσότητας, που όχι μονάχα φανερώνει την προσπάθεια, αλλά είναι πιο πιθανό να αποκαλύπτει και το ταλέντο».


Το διήγημα ως είδος είναι μια συγγραφική δοκιμή;

«Ένας μέτριος πεζογράφος μπορεί να παράγει ένα "συμπαθητικό" μυθιστόρημα, αλλά αν είναι στα αλήθεια μέτριος, τα διηγήματά του θα είναι εκτρώματα. Όπως η τέχνη του μάγειρα φαίνεται στα ορ ντ' εβρ, τα επιδόρπια και γενικά τα μικρά γεύματα, έτσι κι η δύναμη του συγγραφέως φαίνεται στο διήγημα. Βέβαια, το διήγημα από μόνο του είναι κάπως αντιπαθητικό για τον λογοτέχνη, αφού τον υποχρεώνει να βυθιστεί σε μια κατάσταση μόνο για λίγο, όσο διαρκεί η συγγραφή του, κι έπειτα να το παρατήσει. Αυτό είναι κάπως ενοχλητικό, αφού δεν σου δίνεται η δυνατότητα να αναπτύξεις χαρακτήρες, ούτε να διεισδύσεις στην ψυχή των ηρώων σου. Για το λόγο αυτό πολλά από τα διηγήματα ακόμη και της κλασσικής πεζογραφίας είναι μάλλον ζήτημα ύφους κι όχι περιεχομένου, αισθητικές ασκήσεις, όπως τα διηγήματα του Μπόρχες που ειδικευόταν εξάλλου στις μινιατούρες. Εμένα πάλι αυτού του είδους τα διηγήματα δεν με θέλγουν καθόλου κι έτσι είτε γράφω διηγήματα-κτήνη (δηλαδή νουβέλλες,που κάνουν την αγαπητή κυρία Κοτζιά να τίλλει τας τρίχας της) είτε μικρές ιστορίες, κατά το δυνατόν ολοκληρωμένες "σεναριακά" όσο και ψυχογραφικά».


Τί πραγματεύονται τα επόμενα τρία μυθιστορήματά σας, τα οποία έχετε παραδώσει ως χειρόγραφα;

«Αχ, δεν είναι ωραία να πλανάται ένα κάποιο μυστήριο γύρω από αυτά; Αρκεστείτε σ'αυτό: τα δύο είναι μυθιστορήματα, το ένα συλλογή με ιστορίες τρόμου. Και τα τρία έχουν γραφεί εφέτος, από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο».


Γιατί δεν υπάρχουν σαφείς αναφορές στην εποχή κατά την οποία εκτυλίσσονται τα βιβλία σας;

«Η "άχρονη" κατά κάποιον τρόπο, φύση των βιβλίων μου είναι κομμάτι του όλου σκηνικού μες στο οποίο θέλω να διαδραματίζονται οι ιστορίες μου. Πολλές φορές το στοιχείο του ουδέτερου χρόνου, της ουδέτερης τοποθεσίας, τού δίνει έναν αέρα αρχετυπικό. Κι αν αυτό ξενίζει τον αναγνώστη, εμένα με εξιτάρει αφάνταστα και με προκαλεί να συνεχίζω να γράφω. Το να αναφέρω ημέρα, ώρα και χρονολογία μου φαίνεται άσκοπο και ανούσιο. Αυτά που γράφω θα μπορούσαν να συμβούν σχεδόν οπουδήποτε και σχεδόν οποτεδήποτε».

Δεν υπάρχουν σχόλια: